CD 8ο
ΣΤΙΧΟΠΛΑΚΙΕΣ (ΙΙΙ)
Περιεχόμενα
- Η Μαρουδιά («Το γεφύρι της Άρτας», Σταύρος Σακελλάρης, ετών 62, Μέλος - Πυλί, Χριστ. 1966)
- Ηφύεν ο καλός μου (Ασλάνης Ζάρακας, ετών 72, Μέλος - Πυλί, Μάιος 1967)
- Ηφύεν ο καλός μου (Στέργος Χαζηστέργος, ετών 52, Μέλος - Πυλί, Οκτ. 1967)
- Ένας κοντός κοντούτσικος (Στέργος Χαζηστέργος, 52, Μέλος - Πυλί, Οκτ. 1967)
- Ακού σετέ μου να σας πω (Στέργος Χαζηστέργος, 52, Μέλος - Πυλί, Οκτ. 1967)
- Ο Αρρωστάρης (Παναγιώτα Καρούτσου, ετών 68, Μέλος και Απαγγελία - Πυλί, Χριστ. 1968)
- Η Δάφνη (Καλή Στεφαδούρου, ετών 77, Μέλος - Πυλί, Χριστ. 1968)
- Ο κυρ Βοριάς ηκίνησε (Καλή Στεφαδούρου, 77, Μέλος και Απαγγελία - Πυλί, Χριστ. 1968)
- Της Ωριάς το Κάστρο (Χαρίκλεια Μαχαιρά, ετών 56, Μέλος - Πυλί, Χριστ. 1968)
- Ο Άης Γιώργης (Στέργος Χαζηνικολά ου, ετών 81, Μέλος - Καρδάμενα, Σεπτ. 1968)
- Ο Λεωνής («Διγενής», Δημήτρης Τρουμούλης, ετών 63, Απαγγελία - Ασφενδιού, Ιαν. 1965)
Σχολιασμός
1. Η Μαρουδιά
Σταύρος Σακελλάρης («Κούκουρας»), ετών 62 - Πυλί, Χριστούγεννα 1966.
Μονόστιχο μελωδικό σχήμα, και στο οποίο αναδιπλώνεται το α΄ ημιστίχιο, επανα λαμβανόμενο ομοιότροπα ως το τέλος (με αυτοσχέδια λύση στο 2ο από σχετική παράλειψη β΄ ημιστιχίου στο Κείμενο).
Γημοσιές (στ. 1) ~ γρ. δημοσιές, κεντρικούς, μεγάλους δρόμους - αν βάλεις (στ. 5) ~ γρ. αν (δεν) βάλεις - πο το γένι σου (στ. 5) ~ από το γένος σου, τη γενιά σου - χαπάρια (στ. 6) ~ ειδήσεις, μηνύματα - πάσιν κι έρκουνται (στ. 6) ~ πάνε κι έρχονται (δήλωση συχνότητας) - χάτε-χάτε (στ. 7) έλα-έλα - θέλ’ α (στ. 19) ~ θέλει να, θα (το θρέψει).
2. Ηφύεν ο καλός μου
Ασλάνης Ζάρακας, ετών 72 - Πυλί, Μάιος 1967.
Μονόστιχο μελωδικό σχήμα, σε ήπιο θρηνητικό ηχόχρωμα (και εκφορά) ομόλογο προς το περιεχόμενο του Κειμένου - Παραλείψεις στίχων ανάμεσα στους στ. 20-21. Κατά τον αφηγητή, τίτλος «Η Αρμενοπούλα».
Λαγουμιόν (στ. 1 ) ~ κυνήγι - συντύνω (στ. 14) ~ συντυχαίνω, λέω - άλυντο (στ. 15) ~ αλύγιστο - μεσιακή (στ. 16) ~ μεσαία - ποξεπετάσασι (στ. 17) ~ πήραν και πετούνε, μόλις που μεγαλώσανε - δοξού (στ. 18) ~ γρ. δεξού, δέξου, νά και - επολαργκάρησε ~ γρ. απολαργάρησε, απομακρύνθηκε.