Αρχική » Βιβλία » Νεοελληνικές Πηγές του Σολωμού

Νεοελληνικές Πηγές του Σολωμού
Κρητική Λογοτεχνία – Δημώδη Μεσαιωνικά Κείμενα – Δημοτική Ποίησις

Νεοελληνικές Πηγές του Σολωμού

Βιβλίο τομή στη Σολωμική Βιβλιογραφία. Διερευνώνται αναλυτικά όλα τα έργα της Κρητικής Λογοτεχνίας (Ερωτόκριτος, Βοσκοπούλα, Θυσία του Αβραάμ, Ερωφίλη), πολλά μεσαιωνικά δημώδη κείμενα (Ιμπέριος και Μαργαρώνα, Εβραιοπούλα η Μαρκάδα, Διγενής Ακρίτας, Φυλλάδα του Γαϊδάρου) και πάμπολλα δημοτικά τραγούδια ως πηγή της ποιητικής έμπνευσης του Σολωμού. Αποδεικνύεται έτσι ότι ο Σολωμός είχε μελετήσει και έχει χρησιμοποιήσει δημιουργικά στο έργο του όλη την ως τότε εθνική λαϊκή λογοτεχνία πολύ προτού αυτή αναγνωρισθεί και ενταχθεί στην επίσημη Νεοελληνική Γραμματεία. Στην πραγματικότητα στο Βιβλίο διερευνάται το ακανθώθες εκφραστικό πρόβλημα του Σολωμού και αποδεικνύεται γιατί ο Σολωμός πρέπει να θεωρείται σήμερα πραγματικός εθνικός ποιητής.


[Αναδημοσιεύεται εδώ (με μονωτονικό σύστημα), χωρίς τις σημειώσεις, το τέλος από το τρίτο, και τελευταίο, Κεφάλαιο « Η Δημοτική Ποίησις», με τη γενική αναφορά και θεώρηση της τρίτης σολωμικής περιόδου, σελίδες Βιβλίου 176-178. Να σημειωθεί ότι η καθαρεύουσα ήταν τότε υποχρεωτική για τις Διδακτορικές διατριβές που υποβάλλονταν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών]

Ήδη επερατώθη σχεδόν η εξέτασις των σχέσεων δημοτικής ποιήσεως και σολωμικού έργου. Ο Σολωμός, ως παρετηρήσαμεν, κατόρθωσε να αντικρύσει το δημοτικό τραγούδι με νέα δια την εποχήν του αισθητικά και εθνικά κριτήρια. Μάλιστα εις τα έργα της τελευταίας δεκαετίας, περισσότερον αισθητόν γίνεται το πνεύμα της δημοτικής παραδόσεως παρά η συγκεκριμένη παρουσία του δημοτικού τραγουδιού. Εις το στάδιον αυτό ο ποιητής εγγίζει πλέον την ουσίαν της εθνικής ψυχής.

Ανεφέρθη ανωτέρω ότι κατά την πρώτην περίοδον της δημιουργίας του, την ζακυνθινήν, ο Σολωμός διατηρεί ζωηράν την ανάμνησιν του αρχαίου κόσμου, χωρίς βεβαίως να μένει αδιάφορος και εμπρός εις τα μεγάλα γεγονότα του Αγώνος. Εις την δευτέραν περίοδον, την πρώτην Κερκυραϊκήν, ο ποιητής μετατοπίζει το ενδιαφέρον του εξ ολοκλήρου προς τον νεοελληνικόν χώρον. Κατ΄αυτήν η νεοελληνική παράδοσις, η γραπτή και η προφορική, κυριαρχεί εις όλα τα έργα. Εις την τρίτην θα έλεγε κανείς ότι ο Σολωμός επιχειρεί να συνενώσει εις την τέχνην του τους δύο αυτούς κόσμους, ενώ παραλλήλως αισθάνεται ζωηρώς την παρουσία του καθημερινού περιβάλλοντος. Τα θέματα των ποιημάτων της περιόδου αυτής είναι χαρακτηριστικά. Εις αυτά περιλαμβάνονται και τα ιταλικά πεζά σχεδιάσματα, τα οποία εξεταζόμενα υπό το ανωτέρω πρίσμα αποτελούν όντως «ποίηση ελληνική». Δηλ. παραλλήλως προς τα έργα: «Πόρφυρας», «Εις Φραγκίσκα Φραίζερ», «Εις το θάνατο της ανεψιάς του», «Προς τον Βασιλέα της Ελλάδας», «Ο Ανατολικός Πόλεμος» καί τινα άλλα, όλα ποιήματα «περιστασιακά», πρέπει να αναφερθούν η «Σαπφώ», ο «Ορφέας», το «Αηδόνι και το Γεράκι» (εκ του γνωστού Ησιοδείου μύθου), ποιήματα με θέματα εκ της κλασσικής αρχαιότητος. Εις την τρίτην ομάδα κατατάσσονται το Γ΄ Σχεδ. των Ελευθέρων Πολιορκημένων, το «Ελληνικό Καραβάκι» και η «Ελληνίδα Μητέρα».

Βεβαίως, εκ των δύο τελευταίων το μεν πρώτον ποίημα είναι ιταλικόν, το δε δεύτερον πεζόν, επίσης ιταλικόν, σχεδίασμα, αλλά δεν είναι δυνατόν να μη διακρίνει κανείς εις αυτά το γνήσιον εθνικόν πνεύμα της δημοτικής παραδόσεως.

Τοιουτοτρόπως το «Ελληνικό Καραβάκι» (La Navicella Greca), μολονότι αναφέρεται εις συγκεκριμένον ιστορικόν γεγονός, δέον να παραβληθεί προς το δημοτικό τραγούδι του «Γιάννη Σταθά», το οποίον διασώζει επίσης την ανάμνησιν ιστορικού γεγονότος και το οποίον τιτλοφορείται υπό του Tommaseo εις την συλλογήν του (σελ. 433) «La Navicella Sacra». Όχι μόνον το θέμα είναι σχεδόν το αυτό, αλλά προπάντων ενδιαφέρει το κοινόν πνεύμα, το οποίον εκφράζουν. Εις αμφότερα προβάλλουν επιβλητικαί αι αγέρωχοι μορφαί των αγωνιστών και εξαίρεται η νίκη της ανθρωπίνης βουλήσεως και αξιοπρεπείας.

Το δεύτερον ιταλικόν σχεδίασμα, η «Ελληνίδα Μητέρα», παρουσιάζεται εις την ουσίαν του εγγύτερον προς την δημοτικήν παράδοσιν και αποτελεί αληθή έκφρασιν της μορφής της «Ελληνίδας Μητέρας», όπως διεμόρφωσαν αυτήν οι αγώνες και αι τύχαι του νεωτέρου ελληνισμού. Το σχεδίασμα, ως επιτυχώς παρετηρήθη, «έχει την ουσία του τελειοποιημένου δημοτικού τραγουδιού». Αλλά και εις την μορφήν και εις την διατύπωσιν η συγγένεια προς το δημοτικό νανούρισμα είναι στενοτάτη. Αναγκαίον δια τούτο θεωρούμεν να παραθέσωμεν ενταύθα θαυμάσιον καρπαθιακόν νανούρισμα, του οποίου η έκφρασις και το πνεύμα ταυτίζονται κατά μέγα μέρος προς τα της «Ελληνίδας Μητέρας»: Κοιμήσου, γυιέ μου, καλογυιέ, και γυιέ μου διωματάρι,[...].

Η στροφή του Σολωμού προς τας πηγάς της εθνικής παραδόσεως δεν έμεινεν άνευ αποτελέσματος. Η γλώσσα, η στιχουργία, αι ποιητικαί ιδέαι, στίχοι ενίοτε ολόκληροι ή και θέματα ποιημάτων, διασώζουν βαθύτατα τα ίχνη της γραπτής και προφορικής νεοελληνικής παραδόσεως. Επομένως, το έργον του Σολωμού εκφράζει εις το σύνολόν του, και ως μορφή και ως ουσία, την αδιάσπαστον ενότητα της εθνικής συνειδήσεως. Αν σκεφθεί δε κανείς πόσος μόχθος εχρειάσθη δια να φθάσει ο ποιητής εις το τέρμα του δρόμου, τον οποίον εξ αρχής εχάραξε – και έφθασεν όντως εις το τέρμα, επομένως από της πλευράς αυτής το έργον του δεν είναι διόλου αποσπασματικόν – τότε θα κατανοήσει διατί ο Σολωμός αξίζει αληθώς τον τίτλον του εθνικού ποιητού.