Αρχική » Μνημεία Εκκλησιαστικής Μουσικής » Οκτάηχα Μέλη και Συστήματα » CD » CD 22ο

CD 22ο

AΝΟΙΞΑΝΤΑΡΙΑ-ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΝΗΡ-ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΒΑΛΛΗΝΔΡΑ (2008)

Μνημεία Εκκλησιαστικής Μουσικής - Οκτάηχα Μέλη και Συστήματα

1 CD (ΜΟ 22)
Διάρκεια: 75'.26''
Ηχογράφηση: Μάρτιος 1997
Ψάλλει: Μητροπολίτης Νικόδημος Βαλληνδράς

Ένθετο Βιβλίο 98 σελ.
Αθήνα 2004, ISBN 960-8009-26-Χ

Σχολιασμός

Στην ιστορία της Εκκλησιαστικής μουσικής τα Oκτάηχα είναι μέλη από τα ωραιότερα και σπουδαιότερα που αναπτύσσονται πλατύτερα σε σχετικά νεώτερα χρόνια (16ος αι. κ.εξ.). Πρόκειται για μελοποίηση ενός τροπαρίου ή δέσμης διαδοχικών στίχων (συνήθως Ψαλμικών, Πολυέλεοι, Ανοιξαντάρια) άλλοτε κατά τη φυσική διαδοχή και τάξη των οκτώ ήχων (πρώτος, δεύτερος, κλπ.) και άλλοτε κατά ζεύγη κυρίων και πλαγίων (πρώτος - πλάγιος του πρώτου, δεύτερος - πλάγιος του δευτέρου, κλπ.). Από τις περιπτώσεις αυτές, οι λιγότερο συνηθισμένες είναι η οκτάηχη μελοποίηση κατά ζεύγη ήχων και η χρήση ως κειμένου Ψαλμικών στίχων. Από τις πιο γνωστές οκτάηχες συνθέσεις είναι το μέλος του Στιχηραρίου Θεαρχίω νεύματι, κατά ζεύγη κυρίων και πλαγίων ήχων, ειδικότερα στην εκδοχή του Ιακώβου πρωτοψάλτου (1800) και το κλασικό Θεοτόκε Παρθένε του Πέτρου Μπερεκέτη (ακμή 1680 - 1710/1715). Στις συνθέσεις του είδους πρέπει να προστεθούν και τα λεγόμενα οκτάηχα Συστήματα. Πρόκειται για ένα και μόνο κείμενο, το οποίο μελοποιείται το ίδιο και στους οκτώ ήχους (το γνωστό σύστημα “κατ’ ήχον”). Η τελευταία αυτή περίπτωση είναι ουσιαστικά ανεξάντλητη στην καθόλου εκκλησιαστική μελοποιΐα, καθώς η οκταηχία αποτελεί παντού τη βάση της μουσικής αυτής (και του αντίστοιχου λατρευτικού κύκλου). Oκτάηχα Συστήματα έχουν μελοποιήσει όλοι σχεδόν οι κατά καιρούς εκκλησιαστικοί συνθέτες, παλαιοί και νεώτεροι.

Μέσα στα πλαίσια αυτά, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ορισμένες σύγχρονες οκτάηχες συνθέσεις, όχι μόνο γιατί αποτελούν συνέχεια μιας παλαιότερης συνθετικής πρακτικής, αλλά και γιατί, από μιαν άποψη, την υπερβαίνουν. Οι τρεις αυτές οκτάηχες συνθέσεις (CD 22o) του μητροπολίτη Νικοδήμου Βαλληνδρά (2008), είναι από κάθε άποψη πολύ ενδιαφέρουσες. Όχι μόνο για την ουσιαστική, και σύγχρονη συνθετική τους υφή, αλλά και γιατί καλύπτουν και τα τρία γνωστά είδη οκτάηχης φόρμας: τα Ανοιξαντάρια, μελοποιημένα κατά τον κλασικό τρόπο, τη φυσική δηλαδή διαδοχή των ήχων, το Μακάριος ανήρ μελοποιημένο, αντίθετα, κατά τα ζεύγη κυρίων και πλαγίων ήχων, και, τέλος, το κατ’ ήχον σύστημα του μικρού μέλους της Αρτοκλασίας Θεοτόκε Παρθένε. Και τα τρία μελοποιούνται για πρώτη φορά, στην ιστορία της μουσικής, σε οκτάηχο τύπο, ανανεώνοντας και αναδεικνύοντας ζωντανή ακόμη τη μεγάλη αυτή εκκλησιαστική τέχνη.

Το πρώτο μέλος είναι τα οκτάηχα Ανοιξαντάρια. Ως κείμενο τα Ανοιξαντάρια (από την αρχική φράση Ανοίξαντός σου την χείρα) ανήκουν στην κατηγορία των μελοποιημένων Ψαλμικών στίχων (όπως οι Πολυέλεοι και το Μακάριος ανήρ). Πρόκειται για τους τελευταίους στίχους (28β-35) του ργ΄ (103ου) Ψαλμού, ενός από τους ωραιότερους του Ψαλτηρίου, στους οποίους προστίθενται δοξαστικά εφύμνια προς τον Τριαδικό θεό (γι’ αυτό και τα Ανοιξαντάρια χαρακτηρίζονται σε πολλά παλαιά χειρόγραφα ως Τριαδικοί ύμνοι). Ψάλλονται, εξ υπαμοιβής και από τους δύο χορούς, σε πανηγυρικούς Εσπερινούς και στις μεγάλες Αγρυπνίες (μετά την ανάγνωση των αρχικών στίχων του ίδιου Ψαλμού). Ως μέλος τα Ανοιξαντάρια ανάγουν τη σύνθεσή τους στην καθαυτό περίοδο της μεγάλης ακμής της Βυζαντινής μουσικής (13ος-15ος αι.). Πολυώνυμα, πάντοτε σε ήχο πλ δ΄, με πολλούς επώνυμους στίχους σε γνωστούς συνθέτες της εποχής, κυρίως στον Ιωάννη Κουκουζέλη, με το όνομα του οποίου τελικά έχουν παραδοθεί σε όλη τη μετέπειτα χειρόγραφη (και στην πρώτη έντυπη) παράδοση. Τα παλαιά αυτά Ανοιξαντάρια διατηρήθηκαν στην πράξη ως τον 19ο αιώνα (ψάλλονται ακόμη και σήμερα στο Άγιον Όρος) και παραμένουν από τις ωραιότερες αργές, και κατανυκτικές, εκκλησιαστικές παπαδικές συνθέσεις (ενδεικτικό ότι κανείς από τους μεταγενέστερους δεν έχει μελοποιήσει Ανοιξαντάρια). Έχουν εξηγηθεί “εκ των παλαιών” από τον Πέτρο τον Πελοποννήσιο και στη Νέα μέθοδο από τον Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα (Ταμείον Ανθολογίας 1824). Έχουν συντομευθεί επίσης από τον Χουρμούζιο (Ταμείον Ανθολογίας 1837) και τον Κωνσταντίνο πρωτοψάλτη (Ταμείον Ανθολογίας 1845/1846), τα οποία, παρόλ’ αυτά, δεν αντικατέστησαν τα παλαιά. Αντίθετα, στην λειτουργική πράξη έχουν επικρατήσει τα περίπου σύγχρονα με τις συντμήσεις σύντομα Ανοιξαντάρια ήχος πλ δ΄ του Θεοδώρου Φωκαέα (Μουσική Μέλισσα 1847/1848), τα οποία και ψάλλονται σταθερά μέχρι σήμερα (παράλληλα με τα λίγο μεταγενέστερα, σύντομα επίσης, Ανοιξαντάρια ήχος πλ δ΄ του πρωτοψάλτου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Γεωργίου Ραιδεστηνού 1889). Με τα δεδομένα αυτά, η σύγχρονη (Μάρτιος 1980) οκτάηχη μελοποίηση του μητροπολίτου Νικοδήμου Βαλληνδρά κατέχει ειδική θέση στην ιστορία του μέλους για τη ριζοσπαστική, πρωτότυπη φόρμα και την εν γένει μελισματική πλοκή και κίνηση. Το πρώτο, και κύριο, στο μέλος αυτό είναι η νεωτερική οκτάηχη φόρμα, κατά τον κλασικό τύπο, τη φυσική δηλαδή διαδοχή και τάξη των ήχων (πρώτος, δεύτερος, τρίτος, κλπ.). Η ριζοσπαστική αυτή καινοτομία γίνεται περισσότερο αντιληπτή, αν ληφθεί υπόψη ότι σπάνια μελοποιείται σύστημα Ψαλμικών στίχων σε οκτάηχο τύπο και ότι, πιο συγκεκριμένα, τα Ανοιξαντάρια δεν έχουν μελοποιηθεί ποτέ σε άλλον ήχο εκτός από τον πλ δ΄. Πρόκειται για σύνθεση ευρηματική και ευφάνταστη, η οποία ανελίσσεται, στο σύνολό της, ομαλά και αβίαστα, με αριστοτεχνική συμπλοκή και συνάφεια των ήχων, χρωματική περιγραφικότητα και ποικιλία, ευφρόσυνη διάθεση, αλλά και ύφος στιβαρό, κατανυκτικό και αρχαιοπρεπές. Τα Ανοιξαντάρια αυτά πρέπει να θεωρηθούν όχι μόνο από τις πιο πρωτότυπες, αλλά και από τις πιο ενδιαφέρουσες συνθέσεις στην ιστορία της σύγχρονης εκκλησιαστικής μελοποιΐας και σύνθεσης.

Το δεύτερο μέλος είναι το επίσης οκτάηχο Μακάριος ανήρ. Ως κείμενο ανήκει, όπως και τα Ανοιξαντάρια, στην κατηγορία των μελοποιημένων Ψαλμικών στίχων. Πρόκειται για τους Ψαλμούς α, β, γ (1, 2, 3), από τους ωραιότερους επίσης του Ψαλτηρίου. Η μελοποίηση, κατά την αρχαία εκδοχή, αφορά στο σύνολο των Στίχων των 3 αυτών Ψαλμών (σε αντίστοιχες 3 Στάσεις), χωρίς καμιά μεταβολή στο κείμενο, με την προσθήκη μόνο, στο τέλος κάθε στίχου, του υμνητικού “Αλληλούια”. Στα νεώτερα χρόνια είναι μελοποιημένο χωρίς τη διάκριση των τριών Στάσεων. Ψάλλεται ( εξ υπαμοιβής επίσης και από τους δύο χορούς) κυρίως σε Εσπερινούς (Σαββάτου, Θεομητορικών εορτών, Αγίων) και σε μεγάλες Αγρυπνίες. Ως μέλος το Μακάριος ανήρ ανάγει και αυτό την αρχική του σύνθεση στην μεγάλη περίοδο ακμής της καθαυτό Βυζαντινής περιόδου (13ος-15ος αι.). Αναφέρεται ήδη στην αρχαιότερη χειρόγραφη παράδοση πάντοτε σε ηχο πλ δ΄ και με ορισμένους στίχους επώνυμους σε γνωστούς μουσικούς (Χαλιβούρης, Κουκουζέλης, Κορώνης, Κλαδάς, Μανουήλ Χρυσάφης, και άλλοι). Με τη μορφή αυτήν φέρεται και στην επόμενη χειρόγραφη παράδοση (ως τον προχωρημένο 18ο αι.). Απεναντίας, στη νεώτερη περίοδο (1770-1820) της μεγάλης επίσης ακμής της Εκκλησιαστικής μουσικής οι συνθέσεις του μέλους αυτού είναι πολλές και πολυώνυμες: καταρχήν, του Πέτρου Πελοποννησίου, η πρώτη γνωστή μετά το παλαιό μέλος, αλλά και η σπουδαιότερη από τις νεώτερες μελοποιήσεις, και η οποία διατηρεί ως βασικό μελωδικό σχήμα το παλαιό υλικό (Ταμείον Ανθολογίας, 1824)· η συντομευμένη μορφή του προηγουμένου μέλους από τον Μανουήλ πρωτοψάλτη, η οποία είναι, στην ουσία, ένας περιορισμένος διασκευαστικός καλλωπισμός με μικρή συντόμευση κάποιων θέσεων, κυρίως των τελικών καταλήξεων των στίχων και του υμνητικού “Αλληλούια” (Ταμείον Ανθολογίας, 1824)· του Γεωργίου του Κρητός (Πανδέκτη, 1850)· του Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος (Ταμείον Ανθολογίας, 1837) και του Θεοδώρου Φωκαέα “σύντομον” σε ήχο πλ δ΄, λέγετο και βαρύ (Μουσική Μέλισσα, 1847/1848 και Ταμείον Ανθολογίας, 1851). Το Μακάριος ανήρ παραμένει, γενικότερα, από τα πιο κατανυκτικά και τα πιο ηγεμονικά μέλη της καθόλου (ειδικότερα της εσπέριας) εκκλησιαστικής ψαλμωδίας, μάλιστα στο μέλος του Πέτρου Πελοποννησίου, το οποίο και επιβιώνει ως σήμερα στη λειτουργική πράξη (στη συντομευμένη μορφή του Μανουήλ πρωτοψάλτου). Η σύγχρονη (1982) οκτάηχη σύνθεση του μητροπολίτη Νικοδήμου Βαλληνδρά είναι εξαιρετικά πρωτότυπη και νεωτερική μέσα στην καθόλου ιστορία του συγκεκριμένου αυτού μέλους. Καταρχήν, πρωτότυπη είναι η οκτάηχη συνθετική φόρμα, ειδικά κατά το αρχαιότροπο ζεύγμα κυρίων και πλαγίων ήχων (πρώτος - πλάγιος του πρώτου, δεύτερος - πλάγιος του δευτέρου, κλπ., στον τύπο του γνωστού Θεαρχίω νεύματι, Oκτάηχα, CD αρ. 9). Η πρωτοτυπία αφορά στο συγκεκριμένο μέλος, το οποίο μελοποιείται πρώτη φορά σε οκτάηχο σύστημα, αλλά και σε οκτάηχη, γενικότερα, μελοποίηση Ψαλμικών στίχων (στην ιστορία της εκκλησιαστικής μουσικής αναφέρονται μόνο ο αρχαίος Πολυέλεος του Κουκουμά, ο νεώτερος του Πέτρου Εφεσίου, Oκτάηχα, CD αρ. 14, και τα προηγούμενα Ανοιξαντάρια του ίδιου). Στο παρόν μέλος, από τους τρεις αρχικούς Ψαλμούς (1, 2, 3) μελοποιούνται όλοι οι στίχοι του 1ου και εκλογές από τον 2ο και 3ο. Πέρα από την πρωτοτυπία της οκτάηχης φόρμας, στο μέλος αυτό ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ακόμη όλη η επιμέρους μελισματική πλοκή και κίνηση. Στην ουσία, πρόκειται και εδώ για σύνθεση ευρηματική και ευφάνταστη, που εδράζεται σε παραδοσιακό, αλλά και σε νεότροπο μουσικό υλικό, με χαρακτήρα πεποικιλμένο, ύφος εξπρεσιονιστικό και χαρίεν, επίσης ρυθμικό βηματισμό στιβαρό και ρωμαλέο (στοιχεία που αναδεικνύονται έξοχα στη λαμπρή εκτέλεση του ίδιου). Ιδιαίτερα πρέπει να τονισθεί η αριστοτεχνική συμπλοκή των ήχων, φυσική και αβίαστη, παρά τη γοργή και αντιθετική εναλλαγή των χρωμάτων, επίσης η έντονη μουσική περιγραφικότητα (κατά τις ποικίλες ανάγκες του κειμένου), που επισημαίνεται σε όλη την έκταση του μέλους. Το οκτάηχο αυτό Μακάριος ανήρ είναι επίσης από τις ωραιότερες, και πιο αντιπροσωπευτικές, σύγχρονες εκκλησιαστικές συνθέσεις. Παρά την ισχυρή, νεωτερική σφραγίδα του δημιουργού του, διατηρεί στο ύφος και στον χαρακτήρα ακέραιο τον ιστορικό παραδοσιακό του τύπο.

Το τρίτο είναι το κατ’ ήχον σύστημα του γνωστού μέλους της Αρτοκλασίας Θεοτόκε Παρθένε. Πρόκειται για το τροπάριο-θεοτοκίο: Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά σού. Ευλογημένη σύ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Ότι σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών. Ψάλλεται κατά την τέλεση της Ακολουθίας της Αρτοκλασίας στους Μεγάλους πανηγυρικούς Εσπερινούς (από τον ιερέα, καθώς θυμιατίζει κυκλικά τους προκείμενους άρτους). Παλαιότερα ψαλλόταν το ίδιο, αργό δίχορο και οκτάηχο (αμέσως πριν την Ακολουθία της Αρτοκλασίας), και μάλιστα στο γνωστό μέλος του Πέτρου Μπερεκέτη (ή σε άλλο παρόμοιο οκτάηχο Θεοτοκίο, όπως το Ρόδον το Αμάραντον του Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος ή του Νικολάου πρωτοψάλτου Σμύρνης). Στα νεώτερα χρόνια, ειδικότερα σήμερα, ψάλλεται στις ενοριακές Πανηγύρεις αποκλειστικά το σύντομο μέλος (συνήθως στον πανηγυρικό ήχο του πλ α΄). Υπηρετώντας τη νεώτερη αυτή πρακτική ο μητροπολίτης Νικόδημος Βαλληνδράς είχε μελοποιήσει (ήδη από το 1961) το Θεοτόκε Παρθένε της Αρτοκλασίας σε ένα πλήρες οκτάηχο σύστημα (ο πλ δ΄ έχει συντεθεί το 1997), με επιπλέον ένα αυτοτελές σύντομο οκτάηχο που συμπυκνώνει, σε συνοπτική μορφή, το παλαιό εκτενές και δίχορο όμοιο μέλος (διατηρώντας σ’ αυτό την αντιστοιχία ήχων και κειμένου του αργού μέλους). Oι εκδοχές αυτές είναι, πράγματι, ιδιαίτερα εμμελείς και εκκλησιαστικές, με ύφος ταυτόχρονα πανηγυρικό, επιβλητικό και χαρμόσυνο (ανάλογο προς τη συγκεκριμένη λειτουργική στιγμή που εκφωνούνται). Το ίδιο και οι επιμέρους μουσικές γραμμές και φράσεις ηχούν κλασικές, έντεχνες, λειτουργικές και αρμόδιες για την περίσταση, συμπλεκόμενες με φυσικότητα και άκρα δεξιοτεχνία. Oι σύντομες αυτές συνθέσεις του Θεοτόκε Παρθένε, όπως και εκείνες των Ανοιξανταρίων και του Μακάριος ανήρ, στοιχούνται δραστικά στον παραδοσιακό τρόπο της εκκλησιαστικής μελοποιΐας, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την ψαλτική ως ζώσα ακόμη και σπουδαία σύγχρονη τέχνη.

Και τις τρεις αυτές οκτάηχες συνθέσεις ψάλλει ο ίδιος ο μητροπολίτης Νικόδημος Βαλληνδράς (ηχογράφηση 1997). Σπάνια συγκυρία, κατά την οποία συνθέτης και εκτελεστής ταυτίζονται, καθιστώντας έτσι την παρούσα έκδοση μοναδικό ιστορικό τεκμήριο. Oι εκτελέσεις αυτές αποτελούν πράγματι, από κάθε άποψη, ένα λαμπρό ερμηνευτικό δείγμα (μάλιστα αν ληφθεί επιπλέον υπόψη ότι έχει ηχογραφηθεί στην ηλικία των 82 χρόνων). Δεν είναι μόνο η ώριμη και μεστή φωνητική δεξιότητα με την ασυνήθιστη (και εκπλήσσουσα για την ηλικία) ευστροφία και διαύγεια. Είναι προπάντων, επί της ουσίας, η στιβαρή ρυθμική εκφώνηση και η ιδιάζουσα εξπρεσιονιστική εκφραστική διατύπωση. Kαταρχήν, ο δίσημος αναπαιστικός και εμβατηριακός ρυθμός στα Ανοιξαντάρια και στο Μακάριος ανήρ, με την ιδιότυπη ανάλωση περισσότερου χρόνου στη θέση απ’ ότι στην άρση (χαρακτηριστική εκφορά του μητροπολίτου Νικοδήμου Βαλληνδρά, επίσης του πατρός Διονυσίου Φιρφιρή και άλλων Αγιορειτών μοναχών), καθιστά τα μαθήματα αυτά στιβαρά, επίσημα και όντως αρχαιοπρεπή. Αντίθετα, ο αργός τετράσημος χρόνος και ρυθμός στα Θεοτόκε Παρθένε αποδίδει λαμπρά το ύφος και το πνεύμα του νεωτερικού αυτού μέλους σε μιά κατεξοχήν ανειμένη λειτουργική στιγμή. Αλλά και η μελισματική εκφραστικότητα στις ερμηνείες αυτές παρουσιάζεται προσωπική και ιδιάζουσα. Χωρίς να απομακρύνεται από την κλασική διατύπωση, αποτυπώνεται στα μέλη αυτά έντονα η ισχυρή σφραγίδα του ερμηνευτή, εμφαντική, έλλογη, εξπρεσιονιστική, και ιδιαίτερα περιγραφική των πνευματικών συναισθημάτων και των εν γένει ειδικών λεκτικών και ποιητικών διανοημάτων. Έτσι, η αείροη ρυθμική κίνηση στα πρώτα, καθώς και η περισσότερο στατική (και αναγκαία) στα τελευταία, ακόμη η αδιάκοπη μέριμνα της μελισματικής εκφραστικότητας, η καθαρή άρθρωση, η διαυγής και πλούσια ηχητικότητα, όλα καθιστούν τις παρούσες ερμηνείες όχι απλά ένα χαρίεν και ευφρόσυνο άκουσμα, αλλά μιαν ιστορική (και νεωτερική) ερμηνευτική παρακαταθήκη. Πολύ περισσότερο που τις προσωπικές αυτές συνθέσεις τις έψαλλε συχνά ο ίδιος (ακόμη και το Θεοτόκε Παρθένε, εκτός λειτουργικού τυπικού) στις αντίστοιχες, κατά περίσταση, μεγάλες και εσπέριες πανηγυρικές Ακολουθίες. Από την άποψη αυτή, καταγράφουν επιπλέον και την εμπειρία της ζωντανής ψαλτικής εκτέλεσης, καθώς έχουν σμιλευθεί ήδη στον φυσικό λειτουργικό τους χώρο. Τα μέλη αυτά, Ανοιξαντάρια, Μακάριος ανήρ, Θεοτόκε Παρθένε, δεν είναι μόνο από τις πιο ενδιαφέρουσες σύγχρονες (και παραδοσιακές) εκκλησιαστικές συνθέσεις, αλλά ακόμη, ως αυτοπρόσωπες ερμηνείες, ειδικά πρότυπα αναφοράς και δημιουργικής ερμηνευτικής έκφρασης. Συνεχίζουν έτσι, με τις αναγκαίες «στοχαστικές προσαρμογές», τη μεγάλη συνθετική παράδοση της τόσο σπουδαίας, και αείποτε ζωντανής, εκκλησιαστικής αυτής τέχνης.

Κατέβασμα
Μουσικό Κείμενο Μουσικό Κείμενο

Κατέβασμα
Μουσικό Κείμενο Μουσικό Κείμενο

Κατέβασμα
Μουσικό Κείμενο Μουσικό Κείμενο