Μανουήλ Πρωτοψάλτης (ακμή περ. 1780-†1819)
Γνωστός στην ιστορία της μουσικής και ως Μανουήλ ο Βυζάντιος (ακμή περ. 1780-†1819). Πρωτοψάλτης (περ. 1805-†1819) της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, διάδοχος στη θέση αυτή του Πέτρου Βυζαντίου, και με λαμπαδάριο (περ. 1811-1819) τον Γρηγόριο (τον ένα εκ των Τριών Διδασκάλων), ο οποίος και τον διαδέχθηκε στην πρωτοψαλτεία (1819-1821). Μαθητής του Ιακώβου πρωτοψάλτου (ακμή περ. 1760-†1800) και του Γεωργίου του Κρητός (ακμή περ. 1790-†1815), άφησε προπάντων ζωηρή την παράδοση του τρόπου που έψαλλε. Υπήρξεν επίσης εξίσου αποδοτικός και στον τομέα της μελοποιίας. Εσύνθεσε διάφορα μέλη, ειδικότερα ορισμένα Κοινωνικά του ενιαυτού, οκτώ κατ' ήχον Δοξολογίες σύντομες, το Μακάριος ανήρ, το οποίο αποτελεί στην ουσία σύντμηση "μετά καλλωπισμού" του ομώνυμου μέλους του Πέτρου Πελοποννησίου (και η οποία σύντμηση έχει επικρατήσει στη λειτουργική πράξη από την εποχή του ως τις ημέρες μας, "Σύμμεικτα", CD 9ο, αρ. 1), επίσης τα κατ' ήχον Αντίφωνα (Οκτάηχα, CD 13o), και ορισμένα άλλα. Ιδιαίτερα πρέπει να μνημονευθεί η "Συλλογή Ιδιομέλων και Απολυτικίων" των εορτών του Ενιαυτού, η οποία δημοσιεύθηκε μετά τον θάνατό του (το 1831) από τον Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα, και κατά μεταγραφή του ίδιου του εκδότη. O Mανουήλ πρωτοψάλτης υπήρξε, στο πρακτικό κυρίως μέρος, ο συνεχιστής της μεγάλης εκκλησιαστικής παράδοσης του προκατόχου του Ιακώβου πρωτοψάλτου, και γι' αυτό αμέτοχος, όπως και εκείνος, στις ριζοσπαστικές μεταρρυθμιστικές αναζητήσεις του καιρού του. Παρόλ' αυτά, η θέση του παραμένει σημαντική στην ιστορία της νεώτερης Εκκλησιαστικής μουσικής, ειδικότερα ως μουσικού και ψάλτη στον χώρο του Πατριαρχείου και της Κωνσταντινούπολης γενικότερα, με ζωηρή την ανάμνησή της φήμης του ακόμη και ως τις ημέρες μας.