Κωνσταντίνος Πρωτοψάλτης (ακμή περ. 1777-†1862)
Aπό τους πιο σημαντικούς εκκλησιαστικούς μουσικούς του 19ου αι. Δομέστικος (1800-1821) επί Ιακώβου (αρχικά) και Μανουήλ πρωτοψάλτου, και στη συνέχεια, για τρεις και πλέον δεκαετίες, πρωτοψάλτης (1821-1855) της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Μαθητής Γεωργίου του Κρητός. Φημισμένος πατριαρχικός ψάλτης, σπουδαίος εκκλησιαστικός μουσικός, γνωστός ειδικότερα ως μελοποιός και ως εκδότης σημαντικών μουσικών βιβλίων. Oπαδός και συνεχιστής της Παλαιάς μεθόδου, στην οποία εξακολουθούσε να συνθέτει και να ψάλλει ως το τέλος της ζωής του. Το πρώτο από τα έργα του είναι ο καλλωπισμός και η έκδοση (με πολλές προσθήκες) του αργού Αναστασιματαρίου του Πέτρου Πελοποννησίου (Κων/πολη 1839, ως γ΄ έκδοση, επιμελητής ο Θεόδωρος Φωκαεύς). Όπως σημειώνεται στον τίτλο περιέχει "τα Αναστάσιμα του Εσπερινού, Όρθρου, και Λειτουργίας, μετά των αναστασίμων Κανόνων, αργών Καταβασιών, Τιμιωτέρων, Κατανυκτικών, Μαρτυρικών, και Νεκρωσίμων, μετά των ένδεκα Εωθινών εν τω τέλει". Το δεύτερο, και σπουδαιότερο, είναι η μελοποίηση, και η έκδοση επίσης, του Δοξασταρίου (Κων/πολη 1841, τόμ. Α΄ Δοξαστικά Ενιαυτού, τόμ. Β΄ Δοξαστικά Τριωδίου και Πεντηκοσταρίου, β΄ έκδοση 1863) με την διευκρινιστική προσημείωση στον τίτλο: "μελοποιηθέν παρά Κωνσταντίνου πρωτοψάλτου [...] εξηγηθέν δε απαραλλάκτως εις την Νέαν της μουσικής Μέθοδον παρά πρώτου Δομεστίκου Στεφάνου". O ίδιος είναι περισσότερο συγκεκριμένος στον Πρόλογο του Α΄ τόμου: "[...] το άριστον εξ απάντων επιπόνως συλλεξάμενος [...] μετεποίησα επί το αργοσύντομον πάσαν την σειράν των Δοξαστικών του Ενιαυτού [...], μέσω χρησάμενος εις τούτο τω ημετέρω Δομεστίκω και μαθητή Κ. Στεφάνω, όστις καθ' υπαγόρευσίν μου μετέφρασεν ακριβώς ταύτα εις τον νέον της Μουσικής τρόπον". Επί της ουσίας πρόκειται πράγματι για πρωτότυπη μελοποίηση εξαιρετικά ενδιαφέρουσα (διαφορετική από εκείνην του Ιακώβου πρωτοψάλτου και από την αργοσύντομη του Πέτρου Πελοποννησίου). Στο Δοξαστάριο προστίθενται, ως ακραιφνή επίσης μέλη του Κωνσταντίνου, οι Κανόνες της Μ. Εβδομάδας στο Δοξαστάριο του Τριωδίου, και στο τέλος του Πεντηκοσταρίου "Δοξαστικά νεκρώσιμα κατ' ήχον" και τα Ένδεκα Εωθινά (γνωστά ήδη από το Αναστασιματάριο του ίδιου).
Πέρα από το Αναστασιματάριο και το Δοξαστάριο ο Κωνσταντίνος έχει μελοποιήσει ακόμη και πολλά Παπαδικά μέλη (μερικά από τα οποία ήδη δημοσιευμένα στα "Ταμεία Ανθολογίας" του 1834, 1837, 1838). Τα Παπαδικά αυτά μέλη βρίσκονται σχεδόν όλα δημοσιευμένα στο δικό του Ταμείον Ανθολογίας (Κων/πολη 1845-1846, τόμ. Α΄-Β΄, συνεκδότης ο Στέφανος Α΄ Δομέστικος). Έτσι, στο όνομά του φέρονται μελοποιημένα Κεκραγάρια κατ' ήχον και έτερα "συντομότερα", Φως ιλαρόν κατ' ήχον ("ετονίσθησαν κατ' επιταγήν πατριάρχου Γερμανού"), ο πολυέλεος Λόγον αγαθόν ηχ δ΄, αργές Δοξολογίες (σε ηχ α΄, πλ α΄ πεντάφωνο, πλ β΄, βαρύ και πλ δ΄) και έτερες σύντομες κατ' ήχον, Ασματικά Δοξολογιών (σε ηχ πλ α΄ και βαρύ), το μάθημα Τον ήλιον κρύψαντα ηχ πλ δ΄ "εις την Είσοδον του Επιταφίου", ένα Δύναμις του Σταυρού ηχ β΄ και ορισμένοι Καλοφωνικοί Ειρμοί. Ωστόσο, τα σπουδαιότερα από τα μέλη του, και τα περισσότερo γνωστά, είναι τα Χερουβικά των Κυριακών κατ' ήχον (τρεις στάσεις, μέγιστα, αργά και σύντομα), τα Κοινωνικά των Κυριακών επίσης κατ' ήχον, το Χερουβικό των Προηγιασμένων Νυν αι δυνάμεις σε ήχο α΄, δ΄ και βαρύ, το Κοινωνικό Γεύσασθε και ίδετε σε ήχο α΄ και δ΄, και κυρίως τα πολυάριθμα Κοινωνικά του Ενιαυτού σε όλους τους ήχους (συνολικά 51 δημοσιευμένα όλα κατά την τάξη των οκτώ ήχων). Στο μελοποιητικό του έργο πρέπει να προστεθούν επίσης και οι "συντμήσεις" παλαιότερων μελών, όπως τα Ανοιξαντάρια και το Άνωθεν οι προφήται ηχ βαρύς του Κουκουζέλη, το Θεοτόκε Παρθένε του Μπερεκέτη, και το δίχορο Ίνα κράζω σοι ηχ πλ δ΄, στίχος από το Κοντάκιο του Ακαθίστου (το τελευταίο στο Γ. Λεσβίου, Η μελίφωνος Τερψινόη, Αθήνα 1847/1848). Εδώ πρέπει να προστεθεί και το γνωστό "Τυπικόν Εκκλησιαστικόν κατά το ύφος της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας" του ίδιου (Κων/πολη 1838), καθώς έχει άμεση σχέση με την ψαλτική του ιδιότητα, και ειδικότερα τη μακρόχρονη θητεία του στον Πατριαρχικό ναό. Με την εκδοτική, μελοποιητική και, κυρίως, την επί μισό και πλέον αιώνα (1800 -1855) ψαλτική του δράση, ο Κωνσταντίνος πρωτοψάλτης στοιχείται, γενικότερα, ανάμεσα στους μεγάλους εκκλησιαστικούς μουσικούς και ψάλτες. Ζωηρή παραμένει ως σήμερα η ανάμνηση του τρόπου που έψαλλε, ειδικότερα για το στιβαρό και λαμπρό εκκλησιαστικό του ύφος (το λεγόμενο "κωνσταντινικό"), καθώς μάλιστα έψαλλε, σε όλη τη μακρά του θητεία, κατά τον τρόπο και τον χαρακτήρα της Παλαιάς μουσικής μεθόδου. Βεβαιώνεται έτσι, και στην περίπτωσή του, η μεγάλη συμβολή της ψαλτικής προφορικής παράδοσης στη διαμόρφωση του αυθεντικού, και ουσιαστικού, τύπου των ιστορικών εκκλησιαστικών μελών.