Θεόδωρος Φωκαεύς (ακμή περ. 1790-†1851)
Θεόδωρος παπα-Παράσχου Φωκαεύς. Από τους πιο δραστικούς εκκλησιαστικούς μουσικούς του α΄ μισού του 19ου αι. Γεννήθηκε στη Φώκαια της Ιωνίας (γι' αυτό και Φωκαεύς), αλλά έζησε και έδρασε στην Κωνσταντινούπολη. Μαθητής Γεωργίου του Κρητός και των γνωστών διδασκάλων Γρηγορίου πρωτοψάλτου και Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος στην Τρίτη Πατριαρχική Μουσική Σχολή (1815-1821). Ψάλτης στον Άγ. Δημήτριο στα Ταταύλα (με Α΄ δεξιό τον Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα) και, στη συνέχεια, στον Άγ. Νικόλαο Γαλατά (με αριστερό τον Σταυράκη τον Βυζάντιο). Δάσκαλος και θεωρητικός της εκκλησιαστικής και εξωτερικής μουσικής, επίσης δραστήριος μελοποιός και, κυρίως, πολυπράγμων επιμελητής και εκδότης βασικών μουσικών Βιβλίων. Το καθαυτό συνθετικό του έργο, πλούσιο σχετικά σε όγκο, παρουσιάζει ξεχωριστή ιδιαιτερότητα (δημοσιευμένο το περισσότερο στις δικές του εκδόσεις, Μουσική Μέλισσα, Κων/πολη 1847-1848, τόμοι Α΄-Δ΄, και Ταμείον Ανθολογίας, Κων/πολη 1851, 1855, τόμοι Α΄-Γ΄). Kαταρχήν, το έργο του υπηρετεί προπάντων άμεσες και πρακτικές ψαλτικές ανάγκες (όπως και εκείνο του δασκάλου του Γρηγορίου πρωτοψάλτου), καθώς και ανάλογες της (δικής του) εκδοτικής δραστηριότητας (συμπληρώσεις, συντμήσεις ή εξυπαρχής σύντομες μελοποιήσεις).
Μέσα στο πλαίσιο αυτό έχει συνθέσει: τα γνωστά σύντομα Ανοιξαντάρια ηχ πλ δ΄, σε ιδιαίτερη χρήση σήμερα (των οποίων πάντως την πατρότητα αμφισβητεί η παράδοση), το Μακάριος ανήρ ηχ πλ δ΄ "σύντομον", και δύο ακόμη σε ήχο λέγετο και βαρύ, οκτώ κατ' ήχον Κεκραγάρια (επικεφαλής κάθε ήχου στο Αναστασιματάριο του Πέτρου Πελοποννησίου της "Μουσικής Μέλισσας" και ως ενιαίο σύστημα στο "Ταμείον Ανθολογίας" με την ένδειξη "αργοσύντομα") τους Πολυελέους Εξομολογείσθε τω Κυρίω ηχ λέγετος (επίσης σε ιδιαίτερη χρήση σήμερα, με το καταληκτικό Τριαδικό Τρισήλιε άκτιστε εκτελεσμένο λαμπρά από τον Λεωνίδα Σφήκα στα "Μνημεία Εκκλησιαστικής Μουσικής", Ανθολογίες, CD αρ. 10), Λόγον αγαθόν ηχ βαρύς τετράφωνος (με το καταληκτικό Θεοτοκίο Τας δεήσεις των δούλων σου) και δεύτερη εκδοχή σε ηχ πλ δ΄ (με το Θεοτοκίο Δέσποινα πρόσδεξαι) Δοξολογίες σε διάφορους ήχους με την ένδειξη "νέαι", σε ηχ α΄ με βαρύ, σε ηχ β΄ (δημοσιευμένην ήδη στο "Ταμείον Ανθολογίας" του 1834, όπου σημειώνεται "ψάλλεται και με διπλούν χρόνον"), σε ηχ β΄ χρωματικό εκ του Νη, σε ηχ γ΄ και σε ηχ βαρύ (πρωτοδημοσιευμένην επίσης στο "Ταμείον Ανθολογίας" του 1837) Χερουβικά κατ' ήχον σε δύο στάσεις, αργά και σύντομα "της Εβδομάδος και των ελαχίστων εορτών" (τα τελευταία σε ιδιαίτερη χρήση), επίσης Κοινωνικά των Κυριακών κατ' ήχον αργοσύντομα (και αυτά σε ιδιαίτερη χρήση) και πολλά του Ενιαυτού (Αγίων, Ινδίκτου, Σταυρού, Χριστουγέννων, Θεοφανείων, Ευαγγελισμού, Σαββάτου του Λαζάρου και Κυριακής των Βαΐων), το Κοινωνικό της Μ. Πέμπτης Του δείπνου σου του μυστικού ηχ πλ β΄, το Χερουβικό του Μ. Σαββάτου Σιγησάτω πάσα σαρξ ηχ πλ α΄ και το Κοινωνικό της ίδιας ημέρας Μακάριοι ους εξελέξω κατ' ήχον "διά τας αποδόσεις των ήχων". Έχει συνθέσει επίσης: τα αναστάσιμα Ευλογητάρια ηχ πλ α΄ "σύντομα", τον Ν΄ Ψαλμό σε ηχ βαρύ και πλ δ΄, τα Δογματικά Θεοτοκία (πλήρης η σειρά), Πασαπνοάρια του Ευαγγελίου σε ηχ βαρύ και πλ δ΄, Αίνους και Απόστιχα Oκτωήχου (συμπληρωματικά στο Αναστασιματάριο του Πέτρου Πελοποννησίου, έκδοση Κωνσταντίνου πρωτοψάλτου, Κων/πολη 1839), τα ιδιόμελα των Αίνων της Κυριακής των Βαΐων ηχ λέγετος, ένα Δύναμις Τρισαγίου ηχ β΄, διάφορα Άξιον εστίν σε ήχους γ' εναρμόνιο, λέγετο, πλ β' και τρία σε βαρύ (όλα στο "Ταμείον Ανθολογίας" του 1837), οκτώ κατ' ήχον Κύριε ελέησον "ρυθμικά", τα της Μ. Τεσσαρακοστής Της μετανοίας άνοιξον - Της σωτηρίας εύθυνον - Τα πλήθη ηχ β΄, και ορισμένα άλλα. Τέλος, πρέπει να προστεθούν το δοξαστικό των Αποστίχων του Όρθρου της Μ. Τετάρτης Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις ηχ πλ δ' "κατά μίμησιν Πέτρου λαμπαδαρίου του Πελοποννησίου", το μάθημα του Δανιήλ πρωτοψάλτου Πανάγιε Νικόλαε ηχ πλ α΄, το οποίο "συνετμήθη" από τον ίδιο, και το οκτάηχο Θεοτόκε Παρθένε του Πέτρου Μπερεκέτη επίσης "συντετμημένον".
Το μελοποιητικό του έργο κινείται, στο σύνολό του, μέσα στο εκσυγχρονιστικό και ανανεωτικό πνεύμα του α΄ μισού του 19ου αι. (σε διαφορετική κατεύθυνση από εκείνην των Πατριαρχικών μουσικών και δασκάλων). Επί της ουσίας, φέρνει στον πυρήνα του ισχυρή την επιρροή της αστικής εξωτερικής μουσικής και, από την άποψη αυτή, προϊδεάζει το ανάλογο μεγάλο ρεύμα του β' μισού του 19ου αι. (και των αρχών του 20ού) που κατακλύζει το εκκλησιαστικό μουσικό ιδίωμα των αστικών περιοχών της Μ. Ασίας, της ευρύτερης Κωνσταντινούπολης και του ελλαδικού Αγίου Όρους (γι' αυτό και επιβλήθηκε γρήγορα στους χώρους αυτούς). Πολλά από τα μέλη του παραμένουν ιδιαίτερα δημοφιλή (τα Ανοιξαντάρια, οι Πολυέλεοι, τα Χερουβικά και τα Κοινωνικά, τα οποία ψάλλονται σήμερα ακόμη και στον Πατριαρχικό ναό, και ορισμένα άλλα).
Εξίσου σπουδαίο, και πολύπλευρο, είναι και το εκδοτικό του έργο. Καταρχήν, μεγάλη παραμένει η συμβολή του στη μελέτη της εξωτερικής μουσικής με τις δύο Συλλογές "εκ των νεωτέρων και ηδυτέρων εξωτερικών μελών" που έχει εκδώσει, την Ευτέρπη (Κων/πολη 1830, συνεκδότης Σταυράκης Βυζάντιος, φωτοτυπική επανέκδοση "εκδόσεις Κουλτούρα", χ.χ.) και την Πανδώρα (Κων/πολη, τόμ. Α΄ 1843, τόμ. Β΄ 1846, φωτοτυπική επανέκδοση "εκδόσεις Κουλτούρα", Αθήνα 2004), και στις οποίες τα μέλη όλα είναι καταγραμμένα ("τονισμένα") από τον ίδιο. Συνεχίζει έτσι (διά του τύπου) την παράδοση των εκκλησιαστικών μουσικών του β΄ μισού του 18ου αι. (Πέτρου Πελοποννησίου) και των αρχών του 19ου (Νικηφόρου Ναυτουνιάρη, Γρηγορίου πρωτοψάλτου, Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος) για τη σύνθεση και τον καταρτισμό χειρογράφων Συλλογών ασμάτων εξωτερικής μουσικής. Το δεύτερο σπουδαίο, για την περίπτωσή του, είναι η έκδοση ενός εγχειριδίου για τη διδασκαλία της μουσικής με τον πρωτότυπο τίτλο Κρηπίς (ο πλήρης τίτλος "Κρηπίς του θεωρητικού και πρακτικού της Εκκλησιαστικής μουσικής", Κων/πολη 1842). Στην πραγματικότητα πρόκειται για επανέκδοση της γνωστής "Εισαγωγής" του Χρυσάνθου (Παρίσι 1821) "κατ' ερωταπόκρισιν μετά προσθήκης πολλών ετέρων αναγκαίων".
Πέρα από τα προηγούμενα, έχει επιμεληθεί επίσης και πολλές άλλες σύγχρονες μουσικές εκδόσεις (πρώτες και ανατυπώσεις), όπως: τη Συλλογή Ιδιομέλων του Μανουήλ πρωτοψάλτου (Κων/πολη 1831), το Αναστασιματάριον του Χουρμουζίου (Κων/πολη 1832, [ως β΄ έκδοση, η α΄ του 1820]), το Ταμείον Ανθολογίας του Γρηγορίου πρωτοψάλτου "νυν δεύτερον [εκδοθέν] μετά προσθήκης πολλών ετέρων" (Κων/πολη 1834, τόμ. Α΄-Β΄, α΄ έκδοση το Ταμείον του Χουρμουζίου, Κων/πολη 1824), το Καλοφωνικόν Ειρμολόγιον (Κων/πολη 1835, α΄ έκδοση), το Δοξαστάριον του Ιακώβου (Κων/πολη 1836, τόμ. Α΄-Β΄, α΄ έκδοση), εκνέου το Ταμείον Ανθολογίας (Κων/πολη 1837, ως γ΄ έκδοση) και το Αναστασιματάριον του Κωνσταντίνου πρωτοψάλτου (Κων/πολη 1839, ως γ΄ έκδοση). Ωστόσο, ως σπουδαιότερες από τις εκδόσεις του πρέπει να θεωρηθούν δύο άλλες (επόμενες και τελευταίες) πολύτομες και ιδιαίτερα χρηστικές, στις οποίες επινοεί νέα δομή, ανθολογεί ο ίδιος τα μέλη και προσθέτει πολλά από τα δικά του. Η μία είναι η τιτλοφορούμενη Μουσική Μέλισσα (Κων/πολη 1847-48, τόμ. Α΄, Αναστασιματάριο [Πέτρου Πελοποννησίου] με δικά του Κεκραγάρια, Δογματικά Θεοτοκία, Απόστιχα και Αίνους σε πολλούς ήχους, τόμ. Β΄ Αναστασιματάριο Σύντομο [του ίδιου], τόμ. Γ΄ Στιχηρά Ιδιόμελα, τόμ. Δ΄ Ανθολογία "νεωτέρων μαθημάτων Όρθρου και Λειτουργίας") η άλλη, το Ταμείον Ανθολογίας (ως δ' έκδοση, τόμ. Α΄ Ακολουθία του Εσπερινού, Κων/πολη 1851, τόμ. Β΄ Ακολουθία του Όρθρου, Κων/πολη 1851, τόμ. Γ΄ Ακολουθία Λειτουργίας, Κων/πολη 1855, τους δύο τελευταίους τόμους επιμελήθηκε, μετά τον θάνατο του ίδιου, ο γιός του Κωνσταντίνος, επίσης νέα έκδοση, και των τριών τόμων, Κων/πολη 1863), στο οποίο περιέχονται (ή επαναδημοσιεύονται) όλες οι δικές του παπαδικές συνθέσεις. Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι όλες οι μνημονευόμενες εδώ εκδόσεις του έγιναν, όπως σημειώνεται παντού, "αναλώμασι τού τε ιδίου και των φιλομούσων συνδρομητών" (και ότι επιπλέον είχεν ο ίδιος υπό τον έλεγχό του αποκλειστικά τη διακίνησή τους). Η τόσο πλούσια αυτή εκδοτική του δραστηριότητα βοήθησε αποτελεσματικά στην εμπέδωση της νεοσύστατης τότε μουσικής Τυπογραφίας, αλλά και στην ευρύτερη διάδοση των δικών του προσωπικών συνθέσεων (και με τις πολλές, στη συνέχεια, επανεκδόσεις).
Με την ψαλτική του δράση, τη διδασκαλία, την ενασχόληση με την εξωτερική μουσική, κυρίως όμως με τη σύνθεση και την πληθωρική εκδοτική του δραστηριότητα, ο Θεόδωρος Φωκαεύς καλύπτει επιβλητικά ολόκληρο το β΄ τέταρτο (1825-1850) του 19ου αι., μιαν εποχή μεταβατική, και εξαιρετικά σημαντική, στην καθόλου ιστορία και εξέλιξη της Εκκλησιαστικής μουσικής, ειδικά της έντυπης. Η ιδιότυπη προσωπικότητά του άφησε ισχυρά τα ίχνη της στην εποχή του, ενώ η επιβολή του ονόματός του (ως συνθέτη και ως εκδότη) παραμένει ζωηρή ως τις ημέρες μας.